Εγώ, ο Ελευθέριος Δούγιας, μυστικοσύμβουλος του θεού μέχρι της εβδόμης ημέρας, λέγω: Γεννηθήτω χνώς. Και ιδού εγένετο χνώς. Λέγω: Γεννηθήτω ο πλανήτης Ερακάδαρ. Και ιδού ο πλανήτης ούτος ερχόμενος εκ νέου εις την τροχιάν του. Λέγω: Γεννηθήτω είς εισέτι Βραδώρ. Και ιδού το θαυμάσιον τούτο γένος επηυξημένον.
Οι βασικοί αυτοί φθόγγοι δίνουν τρεις χιλιάδες τουλάχιστον ευκολοπρόφερτους μονοσύλλαβους συνδυασμούς. Η γεωμετρική πρόοδος πού ακολουθεί δίνει στρογγυλά: δέκα εκατομμύρια δισύλλαβους, τριάντα δισεκατομμύρια τρισύλλαβους, εκατό χιλιάδες δισεκατομμύρια τετρασύλλαβους, τριακόσια εκατομμύρια δισεκατομμύρια πεντασύλλαβους κ.ο.κ. Τα μηδενικά του αριθμού πού θα εξέφραζε τις δυνατές αντίστοιχες λέξεις της εβδομηκονταοκτασύλλαβης του Αριστοφάνη στις «Εκκλησιάζουσες» δεν θα χωρούσαν σ’ αυτήν τη σελίδα, αλλά πολύ λιγώτερες — οι δυνατές δεκασύλλαβες ίσως — θα αρκούσαν για να έχη το κάθε άτομο του Σύμπαντος δικό του ξεχωριστό όνομα, και οι δυόμισυ με τρεις χιλιάδες γλώσσες και διάλεκτοι και των πέντε ηπείρων, με όλους τους τύπους κλίσεως και με τις όσες πολυσύλλαβες λέξεις τους, θα εκάλυπταν μόλις το χιλιοστό των δυνατών τρισυλλάβων. Οι αριθμοί αυτοί ανεβαίνουν με βήματα γίγαντα στο πολλαπλάσιο αν, αντί των βασικών φθόγγων, ληφθούν σαν αφετηρία και οι υπερεκατό ενδιάμεσες παραλλαγές της διεθνούς φωνητικής, και υπερβαίνουν τη φαντασία από τα πρώτα κιόλας σκαλοπάτια της γεωμετρικής προόδου αν, αντί των ευκολοπρόφερτων, υπολογισθούν όλοι οι δυνατοί συνδυασμοί. Ο Υπερλεξισμός, που θα μπορούμε ακόμα να ονομασθή και Μεταλεξισμός ή Παν-λεξισμός, είναι η παραδοχή της υπάρξεως όλων των δυνατών λέξεων, και η απόφαση να ανακαλυφθή (ή να ξανανακαλυφθή) το νόημα τους.
Η ύπαρξη κι’ η ανυπαρξία είναι δύο από τις διαστάσεις του Μεγάλου Α. Το σύμπαν είναι ένα συμπτωματικό υποπροϊόν της υπάρξεως, η ζωή και η σκέψη ένα συμπτωματικό υποπροϊόν αυτού του σύμπαντος, η Ιστορία ένα συμπτωματικό υποπροϊόν της ζωής και της σκέψεως πάνω ατό φλοιό αυτού του πλανήτη και η γλώσσα ένα συμπτωματικό υποπροϊόν αυτής της ιστορίας. Μία σύμπτωση μέσα σ’ αυτή τη γλώσσα θέλησε μέχρι σήμερα να προηγούνται οι έννοιες και ν’ ακολουθούν οι λέξεις. Ο Υπερλεξισμός ξεκινάει από τις λέξεις, από όλες τις δυνατές λέξεις. Και βρίσκοντας τις έννοιες, τα αντικείμενα, τις καταστάσεις, πού εκάστοτε τους αντιστοιχούν, σπάει την αλυσίδα αυτών των συμπτώσεων, αναδημιουργεί όλους τους δυνατούς κόσμους και ξαναφέρνει την ύπαρξη στην αληθινή ολότητα της.
Κάθε τρόπος υπάρξεως σε κάθε είδος κόσμου, είναι δυνατός. Και επειδή είναι δυνατός, υπάρχει. Ο Υπερλεξισμός εκφράζει όλους τους δυνατούς τρόπους υπάρξεως σε όλους τους δυνατούς κόσμους. ‘Ο,τι δεν πέρασε ακόμα στην έκφραση, περιμένει. Η ύπαρξη είναι παγωμένο υπερλεξιστικό υλικό.
Ποιο είναι το όριο συλλαβών απ’ όπου και ύστερα μια λέξη θα έπαυε να είναι λέξη; Στις συνθετικές γλώσσες θα ήταν θεωρητικά δυνατή η κατασκευή λέξεων με εκατοντάδες συλλαβών. Με έξυπνη διάταξη μάλιστα θα μπορούσαν να παραταχθούν όλα σχεδόν τα ουσιαστικά, τα επίθετα και τα ρήματα σε ενιαίες συνθέσεις, πού η διάρκεια τους θα ήταν τόση, όση περίπου και η διάρκεια αναγνώσεως ενός λεξικού. Η κατασκευή, εξ άλλου, και η χρήση τέτοιων λέξεων θα παρέτεινε βέβαια το χρόνο των συζητήσεων, θα μίκραινε όμως σημαντικά τον κίνδυνο της ασυνεννοησίας. Και στην υπερλεξιστική γλώσσα; Η διάρκεια μιας λέξεως θα μπορούσε να είναι όση και η διάρκεια ζωής του μακροβιώτερου υπερλεξιστού. Ο χρόνος κατασκευής τέτοιων λέξεων θα συνέπιπτε απολύτως με το χρόνο χρήσεως τους, η χρήση τους θα αντικαθιστούσε τον περιττό άλλα και αδύνατο πια διάλογο μ’ έναν μονολεκτικόν ισόβιο μονόλογο, και το νόημα τους θα διαγράφονταν καθαρά με την εκφώνηση της τελευταίας συλλαβής, τη στιγμή του θανάτου του μονομιλητού. Την μακρύτερη δυνατή υπερλεξιστική λέξη την εκφωνεί προφανώς ο θεός∙ και το νόημα της δεν έχει αποσαφηνισθή ακόμα.
Με ένα μέρος του υπερλεξιστικού υλικού θα μπορούσε να επιτευχθή η ολοκληρωτική αποσυμφόρηση, η κατάλυση των γενικών εννοιών: μία έλλογη υπερπρωτογονοποίηση του γλωσσικού συστήματος, όπου σε κάθε αντικείμενο, πρόσωπο, ζώο, φυτό, σε κάθε κατάσταση, κίνηση, ενέργεια, πράξη θα αντιστοιχούσε ιδιαίτερη λέξη. Ένα βήμα πιο πέρα: το ίδιο αντικείμενο, η ίδια κατάσταση εκφρασμένα, ονομασμένα, κάθε φορά διαφορετικά. Ο Υπερλεξισμός θα μπορούσε να ξανασυνθέση τη γλώσσα των λίθων, των μετάλλων, των φυτών, των ζώων και του θεού.
Μια πέτρα πλάι στο μονοπάτι λέει, μέσα από τη συνείδηση του περιπατητού: «Ιδού εγώ, πού είμαι μία πέτρα» ή «βρέχει - χιονίζει, καρφί δε μού καίγεται» ή «όλοι εσείς πάτε κι’ έρχεστε και γω, να, όλο εδώ βρίσκομαι»∙ λέει ακόμα: «Αχ! αυτά τα μαμουνάκια πού κυκλοφορούν απάνω μου, να ξέρατε πόσο με γαργαλάνε» ή «αιώνες τώρα μ΄ αυτήν την άλλη πέτρα, πού είναι πλάι μου, δεν μιλιόμαστε, γιατί είμαστε πέτρες, ξέρετε. Βάλτε μας, αλήθεια, τώρα που μας ανακαλύψατε, να πούμε και μεις κάτι». Λέει κι’ άλλα ακόμα, τόσο αυτονόητα για μια πέτρα, πού μόλις ανασύρθηκε από την ανυπαρξία της. Λέει: «Ω, πόσο θα ήθελα να πήγαινα κι εγώ σχολείο - ή «θέλετε να μ’ αγαπήσετε, μα να μ’ αγαπήσετε παράφορα και να μου ανήκετε, από τώρα και ύστερα, για πάντα; Είναι τόσο απλό. Θα ξαπλώσετε πλάι μου, θα ξεχάσετε από που έρχεστε και που θα πηγαίνετε, θα με κρατήσετε σφιχτά στην αγκαλιά σας, και άμα σε λίγο έρθη η νύχτα...» ή «προσέξτε! Σ’ αυτό το σημείο του κόσμου, αυτή τη στιγμή, υπερασπίζομαι τα συμφέροντα του αριθμού 3.333. Σκεφθήτε το καλά πριν μ’ αγγίξετε». Κι’ αν ο περιπατητής έσκυβε ν’ αφουγκραστή καλύτερα, η πέτρα θα του έλεγε κι’ άλλα, πολύ περισσότερα, στην αληθινή της γλώσσα∙ θα του έλεγε ίσως: «λιθλολάθ — λιδάθλα — λιθλαόρ». Και δεν θα ήταν, ασφαλώς, λιγώτερο φλύαρη και η πλαϊνή της, αν της δίνονταν η ευκαιρία, και όλες οι άλλες πέτρες του κόσμου. Και είναι γνωστό πόση φλυαρία μπορεί να αναπτύξη ένα λάχανο ή ένας διαβήτης ή μια πρόσοψη σπιτιού, και ένας κάνθαρος πάνω στο λάχανο, και το δάκτυλο πού οδηγεί τον διαβήτη, και το πρόσωπο μιας γρηάς στην πρόσοψη ενός σπιτιού. Κι’ αν όλ’ αυτά ήδη φλυαρούν συγχρόνως τόσο πολύ, τι άηχο πανδαιμόνιο πρέπει να δημιουργείται αν προστεθή και η φλυαρία ενός μπλούθουρου ή ενός βακατλαβάνου ή μιας περιδινοθλιπτικής διοκλαθέρας ή και ενός απλού ακόμα ταπτηριδίου. Κι’ ο κόσμος είναι ασφυκτικά, εκκωφαντικά γεμάτος απ’ όλα αυτά.
Τρία στάδια υπερλεξιστικής λεξιποιίας.
Πρώτο: άνοιγμα, τέντωμα, εκβιασμός της τρέχουσας γλώσσας, ως το άκρον άωτον της νοηματικής αντοχής της. Ελεύθερο παιχνίδι με λέξεις και ρίζες, δημιουργία κάθε λογής συνθέσεων, χρήση όλων των καταλήξεων παντού, αλλαγές γένους, μετατροπές αμετάβατων ρημάτων σε μεταβατικά και αντιστρόφως, αντιμεταθέσεις όλων των μέρων του λόγου κ.τ.λ. Δεύτερο: μικτές κατασκευές της τρέχουσας και της υπερλεξιστικής γλώσσας, π.χ. κοιλιοδοντοτσικδισμός, θανατηδονοθλάχνος, εναλλασοοπθακίζομαι. Τρίτο: Καθαρά υπερλεξιστικές λέξεις.
Η κάθε γλώσσα πρέπει να ξαναδημιουργήση κατά μέγα μέρος τον δικό της Υπερλεξισμό.
Να μελετηθούν οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας διεθνούς υπερλεξιστικής γλώσσας.
Οι φθόγγοι, όπως και τα χρώματα και οι στοιχειώδεις γενικά παραστάσεις, εγκλείουν αυτοτελές συνειρμικό δυναμικό. «Α μαύρο, Ε άσπρο, Ι κόκκινο» έγραψε κάποτε κάποιος, κι’ όμως το δικό μου α είναι κάτασπρο και το ε κόκκινο ανοιχτό. Στην ψυχανάλυση της προσωπικής γλωσσολογίας του καθενός θα μπορούσε τη μια φορά να βρεθή η απειλητικότητα του χ, η επιθετικότητα του ρ, η ηδονικότητα του λ, η ηδυπάθεια του j, η ηλιθιότητα του δ, η πλαδαρότητα του θ, και την άλλη η ηδυπάθεια του χ, η ηδονικότητα του θ κ.ο.κ. Στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια π.χ. το α συνδέεται με το νερό και βρίσκεται σε λέξεις που σημαίνουν θάλασσα, ποτάμι, ρυάκι, βάλτος και το μ συμβολίζει το μυστικό, το μασκαρεμένο, το κρυμμένο.
Η τεχνική του Υπερλεξισμού είναι δύσκολη και επικίνδυνη: Εκμετάλλευση, όποτε χρειάζεται, του συμβατικού συνειρμικού συναισθηματικο-νοηματικού περιεχομένου των φθόγγων και ιδιαίτερα των συλλαβών, πού βρίσκονται απαλλοτριωμένες από την τρέχουσα γλώσσα σαν λέξεις ή τμήματα λέξεων, και άλλοτε πάλι: απαγκίστρωση των φθόγγων και των συλλαβών από την παραδοσιακή συμβατικότητα, και ξανακέρδισμα κάθε φορά από την αρχή της προκατακλυσμιαίας παρθενικότητας τους.
Να μελετηθούν ωργανωμένες ενέργειες και διαδικασίες πού δεν οδηγούν σε τίποτα, όπως π.χ. η παρέλαση, η λειτουργία, η αναμονή γέροντος σε καφενείο.
Να συστηματοποιηθούν οι επαφές και να μελετηθούν οι ανταλλαγές όντων μεταξύ τους, και ιδιαιτέρως ανθρώπων.
Παραδείγματα: γάτος με διάνο, χοντρός βαρήκοος ιδιοκτήτης ανθοπωλείου, πενήντα περίπου ετών, με συνομήλικο του νευρωτικό, ευέξαπτο λαδέμπορο, μυστικιστής, βραδύγλωσσος ιδιωτικός υπάλληλος με χοντρή, αλλοίθωρη γεροντοκόρη.
Η τρέχουσα γλώσσα είναι ένας από διαφόρους τρόπους συμβολικής σημάνσεως, εκδηλώσεως και επαφής. Στη Γενική Ιστορία της Εκφραστικής θα έπρεπε να σημειωθή σαν ένα ιδιότυπο ρεύμα, μια νέα μόδα των τελευταίων μόλις χιλιάδων ετών, πού θα ονομαζόταν λεξισμός. Ο Υπερλεξισμός είναι η ακρότατη δυνατή προέκταση της γλώσσας. Η ιδανική προέκταση του Υπερλεξισμού θα ήταν ένα είδος Υπερ-εκφραστισμού, αν εκτός από τους ανθρωπίνους φθόγγους, εχρησιμοποιούντο και οι φθόγγοι της φωνής των ζώων, καθώς και φθόγγοι πού θα μπορούσαν να παραχθούν από ειδικές συσκευές’ κι’ ακόμα, αν προσετίθεντο, σαν δομικό υλικό των συμβόλων, τα χρώματα, οι μουσικοί τόνοι, οι οσμές, οι γεύσεις κ.τ.λ. Και σε μια υπέρτατη διαστολή: στοιχεία και τρόποι της γλώσσας των μικροβίων, των εντόμων ή των ψαριών, παραστάσεις πάρα- ή μετά-ανθρωπίνων αισθήσεων εξωγήινων όντων, η διάσταση του δονητικού βάθους κ.ά. — σε χρονική παράταξη ή συγχρόνως, σε υπερεκφραστικές «συγχορδίες». Παράδειγμα υπερεκφραστικής παρατάξεως: ακούγεται Κ → ακολουθεί ταχεία συστροφή και εξαφάνιση πράσινης γραμμής σε μαύρο φόντο → αναδίδεται και χάνεται αστραπιαία οσμή φτερών κουρασμένου κόρακος → ακούγεται Ρ → δοκιμάζεται απότομη γεύση μελάνης ↑ αντηχεί κτύπημα ράμφους σε υάλινο κώδωνα, σε λα έλασσον → ξανακούγεται Ρ → γίνεται αισθητή ελαφρά ηλεκτρική εκκένωση στην άκρη του μικρού αριστερού δακτύλου → ακαριαίο διαπλανητικό τζιζ διαπερνά τους εμπρόσθιους λωβούς του εγκεφάλου → δέσμη μαύρων γραμμών εκρήγνυται σε πράσινο φόντο → ακούγεται πάλι Ρ → γίνεται αισθητό απότομο σύρσιμο φτερού κατά μήκος της δεξιάς κνήμης → αντηχεί κτύπημα ράμφους σε χάλκινο κώδωνα σε λα έλασσον → ακούγεται Α. Αυτό το σύμβολο θα σήμαινε ίσως: «ο κόραξ θα λυπηθή πολύ απόψε». Παράδειγμα υπερεκφραστικών «συγχορδιών»: μια από τις δυνατές παραλλαγές του συμβόλου γαδ:
γ πράσινο, σε ντο, οσμής αμμωνίας, γεύσεως κανέλλας κτλ.
α κίτρινο, σε ρε, οσμής γαρύφαλλου, γεύσεως βανίλλης κτλ.
δ πορτοκαλλί, σε σι, οσμής μόσχου, γεύσεως πικραμυγδάλου κτλ.
Μια άλλη «λέξη» γαδ, που θα αποτελείτο από τα ίδια ακριβώς συστατικά, αλλά με γ οσμής υδροθείου, θα είχε με την προηγούμενη μια μακρυνή συγγένεια συνωνυμίας.
Οι οπτικές τέχνες, όπως η διδιάστατη παραστατική (που μερική της πραγματοποίηση αποτελεί π.χ. το σχέδιο, ή η ζωγραφική), η κινητική διδιάστατη παραστατική (π.χ. κινούμενα σχέδια ή αυτοεξελισσόμενοι πίνακες), η τριδιάστατη παραστατική (που μερική της πραγματοποίηση αποτελεί π.χ. η γλυπτική, η αρχιτεκτονική ή το σκηνικό), η κινητική τριδιάστατη παραστατική (που σαν ένα πρώτο στάδιο της θα μπορούσε να θεωρηθή η παντομίμα ή ένας χορός χωρίς μουσική, και που τα επόμενα στάδια της, π.χ. με αιωρούμενους χορευτάς, με κινούμενους, αυξομειούμενους, αυτοεξελισσόμενους όγκους, όπως στους «όφεις του Φαραώ» από υδροκυανιούχο υδράργυρο, κ.ά. δεν έχουν εφευρεθή ακόμη), οι ακουστικές τέχνες (και ιδιαίτερα μια παν-μουσική, που θα αξιοποιούσε όλους τους δυνατούς ήχους, σε όλους τους τόνους, ύψη, συχνότητες και εντάσεις, και κάθε είδους κρότους, βόμβους, τριγμούς, συριγμούς, φωνές, ωρυγές και ψιθύρους, χρησιμοποιώντας, εκτός από τα τετριμμένα όργανα, αντικείμενα και συσκευές της καθημερινής χρήσεως, της τεχνικής ή του επιστημονικού εργαστηρίου), οι μη εφευρημένες ακόμη οσφρητικές, γευστικές, απτικές κλ. τέχνες (που χονδροειδώς μόνον αντικαθίστανται προσωρινά από τις τεχνικές της αρωματοποιίας, της μαγειρικής, της μαλάξεως κλ.), και οι συνδυασμοί τους, όσοι και όποιοι τρόποι τέχνης γενικά δεν μεταχειρίζονται τον λόγο, βρίσκονται σε μια περιοχή ωργανομένου αλεξισμού ή υπο- ή προλεξισμού, εκρηκτικά γεμάτη από δυνατότητες λεξικής και υπερλεξικής υποδοχής και ερμηνείας. Να μελετηθούν:
1) Οι υπερλεξιστικές κυρίως δυνατότητες αξιοποιήσεως των ποικίλων αυτών προλεξικών εκδηλώσεων.
2) Οι δυνατότητες συνδυασμών όλων των γνωστών και δυνατών μορφών τέχνης. Παράδειγμα: Ο υπερβιωτής (οι λέξεις «θεατής» ή «ακροατής» θα εκάλυπταν ατελώς μέρος μόνο της ευρύτερης αυτής εννοίας) ευρίσκεται εις χώρον θερμοκρασίας 50°, τοποθετημένος ερωτικώς επί του σφαδάζοντος ψυχρού σώματος γοργόνας, και συγχρόνως βιοί: υπερμεγέθη κίτρινα μάτια κητών, που ανοιγοκλείνουν σε κόκκινο βαθύ φόντο τριδιάστατης οθόνης + εναλλασσόμενες οσμές ιχθυορροδελαίων + γεύση οτρακοκαλωδίων ελαφράς φορτίσεως + απαλή μυζητική επενέργεια μεδουσών στην αριστερή μασχάλη και στο δεξιό πέλμα + βαθμιαία ελάττωση της βαρύτητος μέχρις αρχομένου μεταιωρισμού, ενώ από το υπέδαφος έρχονται και χάνονται, εν τω μεταξύ, κεραυνικές συγχορδίες άρπας και από τη στέγη και τους τοίχους αντηχεί, από χορό γυναικείων ψιθύρων η υπερλεξιστική προσευχή: «
».Σημειωτέον ότι ο υπερβιωτής θα μπορούσε να βρίσκεται και εντός συσκευής κατευθυνόμενων ονείρων και να βιοί ανάλογες καταστάσεις διά κατευθείαν επενεργειών ατά αντίστοιχα εγκεφαλικά του κέντρα. Συστοιχίες τέτοιων συσκευών θα αντικαθιστούσαν τους σημερινούς χώρους δημοσίων θεαμάτων. Οι υπερβιωταί θα κάθονταν ο ένας πλάι στον άλλον — όπως περίπου σήμερα οι γυναίκες με τις κάσκες τους στα κομμωτήρια — και θα μετείχαν συγχρόνως στους ίδιους ρόλους∙ οι θηλυκοί υπερβιωταί στο ανωτέρω παράδειγμα θα μπορούσαν να βρεθούν στον ρόλο της γοργόνας, άλλα και οι αρσενικοί, κατά βούλησιν, σ’ αυτόν τον ρόλο κτλ. Ο! υπερβιωταί αυτής της εποχής εξάλλου θα ήσαν, κατά πάσαν πιθανότητα, ερμαφρόδιτοι ή και πολύφυλοι. Με ανάλογες συσκευές θα επιτυγχάνονταν επίσης ταυτόχρονα τηλεσυμβιώματα, πως π.χ. μια τηλεσυνουσία, που οι συμβιωταί θα βρίσκονταν σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη ή και σε διαφορετικούς πλανήτες. Ένα απώτερο στάδιο αυτής της εξελίξεως θα ήταν η σύν-χυση δυο ή περισσοτέρων «εγώ» στην ίδια συνείδηση, και αργότερα: η οριστική σύν-χυση δόλων των «εγώ» σε μια υπερηδονική πανεγωϊκή μονοσυνειδησία.
Μια πελώρια σιδερένια πόρτα, στα παραμύθια, φράζει την είσοδο της σπηλιάς των θησαυρών. Ο μόνος τρόπος ν’ ανοιχτή είναι η εκφώνηση μιας και μόνης λέξεως. Ποιά να ήταν άραγε η μία και μόνη λέξη που θα παραβίαζε τη μεγάλη πύλη του μυστικού της υπάρξεως; Ίσως η για πρώτη φορά στην ιστορία αυτού του κόσμου δημιουργία του μαγικού συνδυασμού των φθόγγων της να εσήμαινε την υπέρτατη, την τελική λύση. Θα σκίζονταν, λέει, το καταπέτασμα του ουρανού, ένα συμπαντιακό ξυπνητήρι θα γέμιζε εκκωφαντικά το χώρο, όλο αυτό το σκηνικό εδώ θα διαλύονταν σαν καπνός, θα πεταγόμουν από τον σολιψιστικό ύπνο μου, και θα γινόμουν πάλι ο Όσιρις, ο θεός ή ο διάολος πού ήμουν ανέκαθεν, πού είμαι και τώρα και δεν το ξέρω.
Δοκιμάζω:
Τίποτα. Τόσο εύκολα δεν πρόκειται να λήξη, ως φαίνεται, αυτή η ιστορία**.
Η υπερλεξιστική παραγωγή του Ελευθερίου Δούγια καλύπτει όλα τα είδη του λόγου και όλους σχεδόν τους κύκλους θεμάτων. Ποιήματα, έπη, αφηγήσεις, θεατρικά έργα, κριτικές υποθετικών βιβλίων, εκθέσεων, συναυλιών, βιογραφίες μηδέποτε γεννηθέντων μεγάλων ανδρών, ιστορίες ανύπαρκτων λαών, δημοσιογραφικές περιγραφές εφευρημένων γεγονότων, επιστημονικές συγγραφές με διεξοδικές αναλύσεις περιέργων αισθημάτων και καταστάσεων, σχέσεων όντων, ερωτικών διαδικασιών, τρόπων βασανιστηρίων, συμπτωμάτων νόσων, εκτελέσεως πειραμάτων, μαγικών συνταγών, λειτουργίας συσκευών, λεξικογραφικές εργασίες και γραμματικές της γλώσσας του, ταξιδιωτικές εντυπώσεις από απίθανα μέρη, δικανικοί λόγοι ασύλληπτα περίπλοκων υποθέσεων, έγγραφα, πρωτόκολλα, κρυπτογραφικοί κώδικες πρωτάκουστων υπηρεσιών, παιχνίδια και παραμύθια για τα παιδιά, οδηγοί καλής συμπεριφοράς, ύμνοι και προσευχές φανταστικών θρησκειών και πλείστα όσα άλλα. Αιδώ, ενδεικτικώς μόνο, μια βιαστική επιλογή από έργα και ευρήματα:
Ρούδια — ρούδια τα καλά με ΜΕ.
(Τραγουδιστή δουγική «καλημέρα», τονισμένη στο μοτίβο της «αρπαγής από το σεράι» του Μότσαρτ).
Ως λέγει και o πολύς εκείνος Ταμβούκιος.
(Εν ονόματι του δόθηκαν εξαιρετικά ευφάνταστες ερμηνείες της Βίβλου, στο μάθημα των θρησκευτικών. Ο Ταμβούκιος άρχισε να γίνεται ύποπτος, όταν προχώρησε μέχρι: «Ηλία! Ηλία! Πες του Λαμά να μού φωνάξη τον Σαβαχθανή»).
Οξυπατρίστατε, εθνοφλυγέστατε και αλληλοχρήματε Βαρβάκη!
(Από απορριφθέντα πανηγυρικό λόγο).
Βρουβρούζι το βρουβρούζι γεμίζει το αρβούζι.
(Πρώτη υπερλεξιστική παροιμία).
Χαρούμενα δρουβούδιζαν και ζουπηχτά βρυξούζαν.
Μα μόλις είδαν τον Λιλιό, επέσαν και ζιζίβαν.
Ρειθραδιασμένα στα μουχτιά αμμωνόνερα,
Κάνοντας χθου καί πθου,
Στις τσίνιες και στις γάβωνιες:
Τα αναμπουφτούρδισμα,
Και το κακό πιτσιπιτού
Στο γιό του Φιφλιτζή,
Ζούνε τα απραγάδια.
Γρασσοσιδεροζούπηχτα, σφιχτογραμμοφρικιούντα,
Ατμοτσουκνιδομέθυστα, ταπεινομαδερόβια,
Ομαδοφυτονείρικα, αλληλοεκχυτάτα,
Τυφλομηχανοφόβιστα, και όλα μαζί: Φριζέλι.
Κει που διαδοχαυνίζανε κι’ αυτοθολογουστώναν,
Ενας τους ξάφνου αρχινά να υπερφριζελίζει:
Υποσκοτεινομνήμικα τροχοβομβοπαρμένο
Οσφρητομαγγανέλκεται απ’ του Φουτσάφ το ούα,
Και θρασοστυσοφύτρωτα λοκομοτοτροπίζον,
Ραγοσκαρφαλαπλώνεται και λαγνοπεριεργεύει.
Μα το Φουτσάφ επέρασε ζαβομπλαχνιαρισμένο,
Βαρυπατηκομπούχτικο, θανατηδονοθλάχνο,
Και το μεταλλοψυχοπάστοκολλημάξιασε.
Ο Γαβουνές ο Μαμουνές, ο Παστροκωλαράκης,
Ο λαγναρμένιος Μπιθουλιάν και οι δυό σιαμαίοι Βούζοι,
Ολόκληρα μερόνυχτα συνέχεια θραπακιάζαν:
Μέσ’ στο βουρκί του μαγαζιού του Μπιθουλιάν χλιχλίβαν,
Τουμποκορδωμπαχλιάζονταν, λυσσοβουτοπαφτιάζαν,
Tρεμουλοπεφτοθρίαζαν, ιαχογαυλιούσαν,
Εναλλασσοπθακίζονταν κι’ άλληλοσφιχτομπλάφαν
Κάναν ο ένας τ’ αλλονού λαχτάρ - καπουλοφρίξεις,
Κοιλιοδοντοτσικδισμούς και φτερνοσβερκοτρίγγια.
Ο Γαβουνές βαυλάκισε τον Πχατροκωλαράκη.
Οι Βούζοι μακλατέψανε του Γαβουνέ τα οπίσθια,
Και ξαναβαυλακίσανε τον Παστροκολαράκη,
Ο Μπιθουλιάν γλιβδίκωσε τρία αφτιά των Βούζων,
Κι’ ο Μαμουνές τζιτζίφτισε του Μπιθουλιάν τα ούλα.
Την πρώτη μέρα πλάνταξε ο Παστροκωλαράκης.
Κι’ ό,τι έμενε απ’ τον Μπιθουλιάν τη δεύτερη εβυθίσθ∙
Και θάσπιφε μέσ’ στο βουρκί, που πηχτογλοιογλούσε
Απ’ τον κρεατοσίελο και την ιδρωμυελόρροια
Των θραπικών. Και το πρωί της τρίτης πια ημέρας
Οι μεν ήταν του θανατά, και οι Βούζοι ξεκολλήσαν.
Ημιτελές έπος, πού σώθηκε σε σημειώσεις και προσχέδια. Υπόθεση: Η Φαφάνα είναι ένα κολοσσιαίο νεφέλωμα. Ο χρόνος της ζωής του μετριέται σε «αμπαχαμερίες». Η «αμπαχαμερία» υποδιαιρείται σε δώδεκα «αερζίβια», που το καθένα τους, στη δική μας μέτρηση, θ’ αντιστοιχούσε σε εκατομμύρια αιώνες.
Κάθε τέταρτο «αερζίβιο της αμπαχαμερίας» έρχεται από τα βάθη του χώρου ο «Αχνάρης», ένα ον μεγέθους μικροβίου περίπου, αιωρείται για λίγο πάνω από τη Φαφάνα, και της κάνει: «χφ». Ύστερα χάνεται πάλι, για να επισκεφθή άλλα νεφελώματα, με τα οποία έχει ίσως ανάλογες σχέσεις. Απ’ αυτό το «χφ» ζη η Φαφάνα. Όταν πλησιάζη το τέλος της «τετραερζιβίας», η Φαφάνα βράζει από οργασμό αγωνιώδους προσμονής και ο «Αχνάρης» εμφανίζεται πάντα ακριβώς στην τακτή προθεσμία και της ξανακάνη: «χφ».
Απειράριθμες «αμπαχαμερίες» έχουν περάσει έτσι, όταν μια φορά καταφθάνει πάλι ο «Αχνάρης», παραμένει μερικά δευτερόλεπτα περισσότερο του συνήθους αιωρούμενος από πάνω της, και εκεί που η Φαφάνα έχει φθάσει στο άκρον άωτον πια της αντοχής της, αντί να της κάνη «χφ», της κάνει: «χθ». Επίτηδες άραγε; Από σύγχυση της Φαφάνας με άλλο νεφέλωμα; Από βλάβη του μηχανισμού του; Τα ερωτήματα αυτά θα μείνουν αιωνίως αναπάντητα. Το αποτέλεσμα πάντως είναι τραγικό για τη Φαφάνα. Με το «χθ» αυτό δημιουργούνται αστραπιαία μέσα της θανατηφόρες αστρικές ζυμώσεις, παθαίνει οξείς νεφελωματικούς σπασμούς, που αποκορυφώνονται σ’ ένα είδος γαλαξιακής επιληψίας, και εν συνεχεία ψοφάει, αφυλοποιείται και εξαφανίζεται για πάντα.
Εδώ, μερικές σιβυλλικές σημειώσεις του Ελευθερίου Δούγια, και ένα σχεδίασμα της αρχής του έπους, από τη διάπλαση της Φαφάνας μέσα από το χάος.
Εφιάλτης πτώσεως κεφαλιού καρφίτσας σε ακίνητο ωκεανό.
Εξαφάνιση του άρρενος στη φαφανικότητα του θήλεος.
Το μέγιστο και το ελάχιστο είναι ίσα.
………………………………………………………………………………………
.....α ... .α .. .α . .α .α
αααααααααααααααααααααααααααααααααααα
...Ένας γεωπαταθιασμένος υπάλληλος εγκαταλείπει το πάρκο, ξαναγυρίζει στο γραφείο του και ζητάει να συνέχιση τη δουλειά του. Ο προϊστάμενος και οι συνάδελφοί του γίνονται έξω φρενών. Του λένε ότι είναι γεωπαταθιασμένος και ότι δεν έχει καμμιά δουλειά εκεί πια. Αυτός επιμένει, γίνεται μεγάλος σαματάς και καταφθάνει η αστυνομία. Με την βοήθεια της αστυνομίας, τον παίρνουν, τον ξαναπάνε στο πάρκο και τον γεωπαταθιάζουν πάλι, για καλά αυτή τη φορά.
Πλήθος πιστοί συνωστίζονται, λιμώττοντες και ετοιμοθάνατοι, κάτω από ένα μπαλκόνι, και περιμένουν να βγή ο Αβαγλαώρ να τους σκορπίση το σωτήριο λάχθα. Πολλοί έχουν αρχίσει κιόλας ν’ αμφιβάλλουν δεν θα βγη ποτέ ο Άβαγλαώρ και μερικοί προχωρούν μέχρι και να υποψιάζονται ότι ο Αβαγλαώρ δεν μένει καν εκεί. Δεν έχουν δίκηο. Εκεί μένει ο Αβαγλαώρ, και η μπαλκονόπορτα ανοίγει κάποτε πράγματι και ο Αβαγλαώρ βγαίνει. Τους λέει όμως, κατηγορηματικά, ότι δεν πρόκειται να τους σκορπίσει λάχθα, γιατί δεν υπάρχει καθόλου, και να πάψουν να τον σκοτίζουν και να σηκωθούν να φύγουν με το καλό, να μην αναγκασθή να τους ρίξη λίχθι, και αλλοίμονό τους. Και κλείνει πάλι την μπαλκονόπορτα και χάνεται. Αυτό, φυσικά, τους απογοητεύει όλους πάρα πολύ.
Το Μπούθι είναι ένα έκφυλο μεγαθήριο, που λυμαίνεται την περιοχή Μουδάγκα. Από σκατζόχοιρο μέχρι ελέφαντα και ιθαγενή, δεν έχει αφήσει κανέναν που να μην έχη επανειλημμένως ασελγήσει μαζί του κατά τον αισχρότερο τρόπο. Μια μέρα συναντά τον μόλις αφιχθέντα Ιεραπόστολο Ιερώνυμο Τέγ, τον καταδιώκει και τον αποκλείει σε μια σπηλιά. Παρά τις προσευχές του — αλλά και τις συνεχείς φλαμολύσεις του αχώριστού του πίγκι - πίγκι — ο Ιερώνυμος Τέγ δεν θα μπόρεση να γλυτώση. Το Μπούθι θα τον μακλαθαρώση τελικά και θα διάπραξη μαζύ του, γλουτοβλεννώσεις, οπισθοπεθουσίες, καί άλλα ακατανόμαστα όργια.
Με σχολαστική τάξη συγκέντρωσε ο Ελευθέριος Δούγιας τη διεθνή βιβλιογραφία επί του έργου του. Για τους ενδιαφερομένους παρατίθενται μερικές από τις βασικές μελέτες, που συνιστούσε ο ίδιος, καθώς και επιλογή από μονογραφίες για τα δημοσιευόμενα εδώ κομμάτια.
Επίσημες εκδόσεις: Ο Υπερλεξισμός ως έκφανσις του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού, από τον Ο.Ε.Σ.Β. — Gradus ad Parnassum Hyperlexisticum, με τον ωραίο υπότιτλο: Credo in Hyperlexismum, expressorem visibilium omnium, et invisibilium, στην Casa Editrice Vaticana — Soldatenhandbuch des Arischen Hyperlexismus, από το Kulturdezernat der Wehrmacht — Iperlexismo come arte dell’ espressione fascista, ως editione per la milizia e la giovinezza — The study of Hyperlexism, από το Churchill Foundation for the advancement of modern Greek poetry — Problemy Hyperlexeskogo Stikhoslozhenye, βραβείον Στάλιν. Πολύ ενδιαφέρουσες: Actes du Congrès de la Fédération Internationale des Ecoles Hyperlexistes, Athènes 1941, όπου εκθέτουν τις απόψεις τους και οι εκπρόσωποι των έγχρωμων λαών. — Από γενικές πραγματείες συνιστώνται ιδιαιτέρως: C. Bruford: Hyperlexism, its aims and methods — J. Meillet: Guide illustré de l’hyperlexisme — B. Riemann: Allgemeine Hyperlexistik — A. Migliorini: Orientamenti critici di lingua e di litteratura iperlexista — D. Rodriguez: Prolegomenos a la teoria hyperlexistes — Από ειδικές πραγματείες για το ύφος: F.C. White: The stylistic interpretation of hyperlexic texts — S. Quentin: Le style hyperlexiste et ses techniques — G. Marholz: Vorarbeiten zu einer Philosophie des hyperlexistischen Stils — S. Farinelli: La stilistica iperlexista — J. Fernandez: Introducción a la estilistica hyperlexista, — Με πολλές πρακτικές εφαρμογές: G. Mc. Warren: A grammar of hyperlexic metaphor — Β. Glockner: Hyperlexistische Stilübungen — Από λεξικογραφικές εργασίες: G. Busemann, A. Moog, Κ Schiücking: Hyperlexistisches Etymologisches Wörterbuch, ως τώρα ο όγδοος τόμος μέχρι το BL, δείγμα γερμανικής φιλοπονίας, απαραίτητο όργανο δουλειάς — C. Fréville et R. Maury: Dictionnaire des rimes hyperlexiques, δώδεκα τόμοι, μέχρι το... aca, με αρκετές ελλείψεις, θα συνεχισθή — Από μονογραφίες για την Ελλάδα: Α. Α. Taylor Hyperlexism and folklore in Greece — M. Combarieu: Les maîtres de la sensibilité néo-grecque. — K. Wind: Der griechische Hyperlexismus in der Metaxas-Ära. — D. Brower: Economic forces and hyperlexism in Greece. — B. Gourmont: Le Mécénat et l’organisation du crédit hyperlexiste en Grèce. — Από ειδικές μονογραφίες: Για τoν «Λιλιό»: Β. Mc. Jackson: Two meanings of Druvudism. — F. Petersen: Druwudisieren als Entdeckung des Seins. — D. Michaud: Lilios et le sens des apparitions brusques. — R. Caillet: Le zizivisme à la lumière du materialisme historique. — Για τον «Απραγάδια»: S. Verrier: L’immaculée conception chez les gavonies — C.W. Shipley: The «evil pitsipitoo» in a changing world — Μ Buhler: Fiflitzis und die Vatertötung — Για την «Φουτσαφοπληξία»: Β. Calcaterra: Etimologia e storia del termine «Frizeli» — D. Mercker: Systematische Darstellung der Grundsätze des Frizeli-Seins — S. Lovejoy: Creative intuition in Locomototropism — A. Meyer: Lokomototropismus im Lichte der psychoanalytischen Forschung — D. Dufrenne: Locomototropisme, vertige et amour — L. C. Holloway: Pure and impure Locomototropism — M. Etienne: L’experiénce locomototropique — H. Ehrenfeld: Futsaf: das oder die? Versuch einer sprachpsychologischen Analyse — L. Cherel: La phenomenologie de l’objet foutsafique. — T.M. Unger: Im Banne des Futsaf. — G. Souriau: Ou va le Foutsaf? — Για την «Θράπα»: W. Bloom: The thrapic age. — K. Auerbach: Das thrapische Antlitz der Gegenwart — C. Girard: Bilan thrapique du XXe siècle. — G. Schiaffini: Il sogno di un trapismo mondiale. — D. Dulles: The thrapic man in search of his soul. — T. Staiger: Welthaltung des thrapischen Menschen. — O. Richardson: What is thrapic truth? — H. Elster: Die Soziologie des thrapischen Verbaltens. — A. L. Russel: Freudianism and the thrapic mind. — P. Williamson and T. Frye: Gavunes and Mamunes: A psychopathological sketch. — B. Vossler: Körperbau und Charakter der Wusen. — J. Brunot: Les Vouzes au point de vue sociologique. — K. Esbekurian: Bithoulian n’etait pas arménien — U. Bertoni: Pastrocolaraco e il suicidio. — Z. Bonnet: Les origines indo-européennes du radical «vavlac». — του ιδίου: Comment définir la vavlaquisation? — R. Knauer: Grundzüge des thrapischen Wawlazismus. — D. Goodman: On the discrimination of Vavlacism. — Για την «Φαφάνα»: D. Stanford: The structure of fafanic worlds. — G. Winkler: Vom Werden und Wesen der Fafana — Th. Barat: Espaces fafaniques et quatrième dimension. — B. O’Donnel: The origin of Fafana and the book of genesis. — R. Weinberg: Der Grundbegriff des Fafanischen bei den Vorsokratikern — V. Borgese: Fafana, mondo mistico. — W. Burke: Fafana and the unconscious. — Του ιδίου: Sex and symbolism in fafanic poetry. — J. Thibaudet: La notion de retours périodiques dans l’epopée de Fafana. — B. Rylands: Achnaris: its meaning and scope. — H. Moreau: Χφ, ou l’émanation divine.
*
Απόσπασμα από το «Περί υπερλεξισμού, κειμενοκολλήσεως και αθανασίας»
του Αλέξανδρου Σχινά,
περιοδικό «Πάλι – ένα τετράδιο αναζητήσεων» τεύχος 2-3 σελ. 118 που
εκδόθηκε το 1964. Το πλήρες κείμενο βρίσκεται εδώ.
Εδώ
βρίσκεται κατάλογος με τα περιεχόμενα όλων των τευχών του περιοδικού και την εισαγωγή του πρώτου τεύχους.
Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης γράφει σχόλια και παρουσιάζει τα περιεχόμενα και εικόνες εξωφύλλων απ’ το Πάλι
καθώς και εικόνες απ’ τις σελίδες του περιοδικού στο
Dim/Art.
Αξίζει της προσοχής η ορθογραφία
της εποχής εκείνης – πριν την απλοποίηση που επήλθε με την υιοθέτηση της δημοτικής
και την εγκατάλειψη του πολυτονικού. Δυστυχώς, το κείμενο εδώ έχει μετατραπεί σε μονοτονικό.
Γράφει ο Νάνος Βαλαωρίτης:
«... τον παρουσίασα με τα κείμενα για τον μυθικό υπερλεξιστή Ελευθέριο Δούγια στο τεύχος 3-4 του ΠΑΛΙ,
ένα πρόσωπο κατασκευασμένο, πιθανόν ένα άλλο εγώ, του ίδιου. Το κείμενό του ένα μανιφέστο ολοκληρο,
αξίζει να ξανατυπωθεί με σχόλια, απ’ τους λίγους συνυπάρχοντές του, και ισχύει ακόμα και πολύ μετά
από την τελευταία κίνηση του Γλωσσοκεντρισμού, στην Αμερική κυρίως, αλλά με ρίζες στην ευρωπαική
θεωρία και πρακτική, και της οποίας οι διατυπώσεις πλησίαζαν καταπληκτικά τα λεγόμενα του Λευτέρη Δούγια,
για την διαστρεβλωμένη χρήση της γλώσσας ή ακόμα και την κατάργησή της από τον Λεττρισμό, με τον οποίο συγγενεύει.
Το κείμενο για τον Δούγια είναι και πολύ διασκεδαστικό, γεμάτο παρωδίες γνωστών ποιητών,
γραμμένο χωρίς την παραμικρή ψευδοσοβαρότητα άλλων τέτοιων γραπτών, με χιούμορ,
απαραίτητο στοιχείο του μοντερνισμού και της πρωτοπορείας. Αντάξιο ενός ΟΥΛΙΠΟ.»
Ο Σχινάς έχει εκδόσει δύο μόνο βιβλία, όπως αναφέρει το
βιβλιοnet. Eίναι εξαντλημένα. Ψάχνω να τα βρω σε παλαιοπωλεία.
↩